Νέα

Περισσότερες απ’ τις μισές ελληνικές οικογένειες ζούν απ’ τις συντάξεις!

Πάνω απ’ τα μισά ελληνικά νοικοκυριά έχουν ως κύρια πηγή εισοδήματος τις κατακρεουργημένες απ’ τα μνημόνια συντάξεις σύμφωνα με την έρευνα εισοδήματος και δαπανών των νοικοκυριών 2017 του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων (ΙΜΕ) της ΓΣΕΒΕΕ, η οποία παρουσιάστηκε την 1 Φεβρουαρίου 2018. Όπως φαίνεται και στο διάγραμμα το 50,9% των ελληνικών νοικοκυριών δήλωσε ως κύρια πηγή εισοδήματός του τις συντάξεις για το 2017, έναντι 49,2% το 2016. Ακολουθεί ο μισθός με 39,1% -έναντι 37,9% του 2016- ως κύρια πηγή εισοδήματος.

Μάλιστα 19,6% των νοικοκυριών έχει ως δεύτερη κυριότερη πηγή εισοδήματος τιςσυντάξεις,  ενώ ποσοστό 24,5% έχει ως δεύτερη κυρότερη πηγή εισοδήματος τους μισθούς.  Στην έρευνα αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Η σύνταξη παραμένει η κυριότερη πηγή εισοδήματος για περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά, παρά τις επί μέρους περικοπές. Η σύνταξη, αναφέρεται στην έκθεση, συνεχίζει να λαμβάνει χαρακτηριστικά στοιχεία υποκατάστατου κοινωνικής προστασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι χωρίς τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, ο δείκτης φτώχειας θα ανερχόταν στο 52,9% του πληθυσμού».

Μείωση εισοδημάτων στο 62,4% των νοικοκυριών

Στην έρευνα υπάρχουν τα παρακάτω στοιχεία:

1) Πάνω από 1 στα 3 νοικοκυριά (34,2%) δηλώνει ότι διαβιώνει με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα που βρίσκεται στην κατώτερη εισοδηματική κλίμακα (έως 10,000 €).
2) Το 62,4% των νοικοκυριών παρουσίασε μείωση των εισοδημάτων το 2017 σε σχέση με το 2016, αλλά και ένα αυξανόμενο ποσοστό (35,6% έναντι 22,2% στην έρευνα 2016) δηλώνει σταθεροποίηση της εισοδηματικής του κατάστασης. Η γενικότερη κάμψη που παρατηρείται στα εισοδήματα αντανακλάται και από τα ετήσια στοιχεία που δημοσιεύει το ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ όπου για το 2017 ο μέσος ετήσιος μικτός μισθός ανήλθε στα 1021,13 € ελαφρώς χαμηλότερος σε σχέση με το 2016 όπου ήταν στα 1057,21€.
3) Το 14,6% των νοικοκυριών δηλώνει ότι τα εισοδήματά του δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές τους ανάγκες, εύρημα που σχετίζεται με το ποσοστό ακραίας φτώχειας που σημειώνεται στη χώρα (το οποίο υπολογίζεται στο 40% του ενδιάμεσου εισοδήματος, ΕΛΣΤΑΤ). Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών), το κατώφλι σχετικής φτώχειας μειώθηκε από τις 7,178 €  στο 2010 στις 4,500 € το 2016, ένδειξη σημαντικής μείωσης των μεσαίων εισοδημάτων. Αν μέτρο σύγκρισης ήταν το κατώφλι φτώχειας του 2010, τότε περίπου τα μισά νοικοκυριά θα θεωρούνταν σήμερα φτωχά (48%).
4) Το φαινόμενο της εισοδηματικής επισφάλειας εμφανίζεται σταθερά υψηλό, καθώς στο ενδεχόμενο μιας έκτακτης ανάγκης πληρωμής 500€, το 16,3% δηλώνει ότι δεν θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει, ενώ το 52,2% θα κάλυπτε αυτή τη δαπάνη με μεγάλη δυσκολία. Πάνω από 6 στα 10 νοικοκυριά (61,1%) αναγκάζονται να κάνουν περικοπές για να εξασφαλίσουν τα αναγκαία για την επιβίωση τους. Σημειώνεται ότι τα πολυμελή (άνω 5 ατόμων) νοικοκυριά και τα νοικοκυριά με ανέργους αντιμετωπίζουν σοβαρότερο πρόβλημα κάλυψης των βασικών αναγκών..
5) Τα νοικοκυριά που δηλώνουν εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα ως κύρια πηγή εισοδήματος παραμένουν σε πολύ χαμηλά ποσοστά 5,9%, που υποδηλώνει αδυναμία των ελληνικών εγχώριων νοικοκυριών να αναπτύσσουν βιώσιμες και κερδοφόρες επιχειρηματικές δραστηριότητες στο συγκεκριμένο οικονομικό περιβάλλον. Είναι προφανές ότι για μια μεγάλη μερίδα νοικοκυριών, η έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας λειτουργεί ως συμπληρωματικό εργαλείο εισοδηματικής ενίσχυσης (με τη μορφή επιδόματος).

Τσακίζει κόκκαλα η ανεργία

Α) Το 29,9% των νοικοκυριών, δηλαδή περίπου 1 εκ. νοικοκυριά έχουν στην οικογένεια ένα τουλάχιστο άτομο σε ανεργία. Το ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας ανέρχεται στο 83,5% του συνολικού αριθμού των ανέργων. Στο σύνολο των άνεργων μελών των νοικοκυριών, το ποσοστό που λαμβάνει επίδομα ανεργίας περιορίζεται στο 7,3% (το χαμηλότερο από την πρώτη μέτρηση).
Β) Περισσότεροι από 1 εκ. πολίτες βρίσκονται ακάλυπτοι για τον κίνδυνο της ανεργίας, γεγονός που επιβεβαιώνει την ανάγκη διαμόρφωσης ενός ελάχιστου πλαισίου κοινωνικής προστασίας που θα συνδυάζει οικονομική- κοινωνική στήριξη και παροχές σε είδος, με σκοπό την επανένταξη στην αγορά εργασίας και όχι την περιθωριοποίηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας σχεδόν 3 στους 4 ανέργους βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας ανεργίας, γεγονός που απειλεί με απαξίωση τον παραγωγικό ιστό και το ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας.
Γ) οικονομική περιθωριοποίηση δεν αφορά μόνο τον άνεργο πληθυσμό αλλά και ομάδες εργαζόμενων. Περισσότερα από 1 στα 5 νοικοκυριά (21,5%) έχουν ένα μέλος στην οικογένεια που εργάζεται για λιγότερα χρήματα από τον επίσημα καθορισμένο κατώτατο μισθό των 586€ (490,00€ καθαρή αμοιβή).
Δ) Το φαινόμενο της οικονομικής μετανάστευσης λαμβάνει χαρακτηριστικά παγίωσης, καθώς το 9,0% των νοικοκυριών δηλώνει ότι είχε ένα τουλάχιστο μέλος που μετανάστευσε στο εξωτερικό για να βρει εργασία (τούτο συνδέεται με μεταβολή των όρων διαβίωσης για πάνω από 400,000 οικογένειες). Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των στατιστικών αρχών, υπάρχει η εκτίμηση της μετανάστευσης περισσότερων από 710,000 Ελλήνων πολιτών από την απαρχή της κρίσης (2010-2016).
Ε) Ανησυχητική θεωρείται η τάση συνέχισης του φαινομένου, καθώς το μεταναστευτικό ρεύμα δε φαίνεται να υποχωρεί. Το 40,1% των νοικοκυριών θα εξέταζε σοβαρά το ενδεχόμενο να μεταναστεύσει στο εξωτερικό, αν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για εύρεση εργασίας. Στις νεότερες ηλικίες 18-34 ετών, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 72,3%. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ευπορότερα και πιο μορφωμένα στρώματα της κοινωνίας, δηλαδή όσοι έχουν σωρεύσει υλικό και ανθρώπινο κεφάλαιο στη χώρα μας θεωρούν πιο πιθανό το ενδεχόμενο να μεταναστεύσουν

Δυσβάσταχτα χρέη

α) Το 19,6% των νοικοκυριών έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία, ενώ το 55,6% αυτών των οφειλετών έχει υπαχθεί σε κάποιου είδους ρύθμιση, ένδειξη ότι το μεγαλύτερο μέρος των οφειλετών βρίσκεται σε μια πάγια αδυναμία εξυπηρέτησης οφειλών και αναζητά λύσεις παρατείνοντας τους χρόνους αποπληρωμής. Καθώς οι ρυθμίσεις που θεσπίστηκαν για τα νοικοκυριά το 2015 πλέον δεν είναι σε ισχύ, αναμένεται να διευρυνθεί ο κύκλος των πολιτών που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές. Ήδη στο τέλος του 2017, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές νοικοκυριών προς το δημόσιο ξεπέρασαν τα 100 δις (από 89 δις το 2016, στοιχεία ΑΑΔΕ). Τα τελευταία χρόνια, πάνω από 185.000 νοικοκυριά έχουν υποστεί δέσμευση/ ή κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων, ενώ σύμφωνα με την ΑΑΔΕ αναμένεται να ληφθούν μέτρα αναγκαστικής είσπραξης για πάνω από 1 εκ. οφειλέτες. Ο αριθμός αναμένεται να αυξηθεί, καθώς το επόμενο διάστημα θα αυστηροποιηθεί το πλαίσιο εφαρμογής των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
β) Το 31,1% (από 27,3% το Δεκέμβριο 2016) των νοικοκυριών με δανειακές υποχρεώσεις έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες (αφορά περίπου 450,000 νοικοκυριά). Πολύ εντονότερα εκδηλώνεται το πρόβλημα στα φτωχότερα και μονομελή νοικοκυριά (με ποσοστά άνω του 40%).
γ) Ένα στα 4 νοικοκυριά εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις το επόμενο έτος, και επιπρόσθετα το 14,8% των νοικοκυριών με ιδιόκτητο ακίνητο δηλώνει ότι αδυνατεί να πληρώσει τους φόρους για τα ακίνητα που διαθέτει (ΕΝΦΙΑ). Tο 20,2% των ιδιοκτητών είναι διπλά υπόχρεοι για το ακίνητό τους: παράλληλα με την καταβολή ΕΝΦΙΑ πρέπει να καταβάλλουν και τις δόσεις του στεγαστικού δανείου.
δ) Το 32,2 % εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις το επόμενο έτος. 1 στα 5 (21%) νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι έχουν στεγαστικό δάνειο, ενώ το 35,8% εξ αυτών των οφειλετών έχει καθυστερημένες οφειλές. Το συνολικό ύψος των δανείων των νοικοκυριών ανέρχεται, με βάση στοιχεία της ΤτΕ σε 89,7 δις. Τα 64,1 δις αφορούν στεγαστικά δάνεια και τα 25,6% καταναλωτικά δάνεια. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των νοικοκυριών ανέρχονται στο 46,1%.
ε) Από τα στοιχεία της έρευνας, προκύπτει ότι οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε ρυθμίσεις στο 48,3% των στεγαστικών δανείων (αυξημένο ποσοστό από το 40% το 2016). Ωστόσο, 1 στα 5 (18,6%) νοικοκυριά εκφράζει φόβο για απώλεια της κατοικίας τους εξ αιτίας των συσσωρευμένων υποχρεώσεων που ήδη έχουν και επιπρόσθετων επιβαρύνσεων που προκύπτουν (δανειακές, φορολογικές και άλλες).

Δεν μπορούν να πληρώσουν για την υγεία

i) Σχετικά με τις τάσεις κατανάλωσης, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού σημείωσε περικοπές στις δαπάνες ένδυσης- υπόδησης (61,3%), στις εξόδους (48,3%) στα είδη διατροφής (40,2%) και τα οικιακά είδη (40,1%), που συνδέεται με μεταβολή καταναλωτικών προτύπων στην κατανάλωση χαμηλότερης ποιότητας αγαθών.

ii) Διευρύνεται ο αριθμός των νοικοκυριών που δήλωσε ότι αύξησε την ιδιωτική δαπάνη για την υγειονομική και φαρμακευτική περίθαλψη (4η συνεχή χρονιά) και τη θέρμανση.

iii) Το 47,8% των νοικοκυριών δήλωσε ότι ανέβαλε ή καθυστέρησε να λάβει ιατρικές συμβουλές και θεραπείας λόγω οικονομικής αδυναμίας. Πάνω από 1 στα 3 νοικοκυριά έχει καθυστερήσει να επισκευάσει οικιακή ηλεκτρική συσκευή και να κάνει service στο αυτοκίνητο. Παράλληλα, πάνω από 1 στα 4 νοικοκυριά καθυστερεί να εξοφλήσει τα κοινόχρηστα. Βάσει των στατιστικών της ΕΛΣΤΑΤ, τα νοικοκυριά στα κατώτατα εισοδηματικά κλιμάκια έχουν αυξήσει τα έξοδα σε οικιακούς λογαριασμούς κατά 17%, και σε μεταφορές 25% από το 2009.